Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ο Άγιος Τάφος

См. также в других словарях:

  • Άγιος Τάφος — Ονομασία του τάφου του Χριστού, που βρίσκεται στον μεγάλο ναό της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ και, γενικότερα, των Αγίων Τόπων. Τόσο τα Ευαγγέλια όσο και οι Πράξεις των Αποστόλων δεν μνημονεύουν την ακριβή θέση του τάφου και, έως τον 4o αι. μ.Χ.,… …   Dictionary of Greek

  • άγιος, -ια, -ιο — (δισύλλαβο), και άγιος, αγία, ο (τρισύλλαβο) 1. αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στη λατρεία του Θεού: Άγιο Βήμα. Άγιος Τάφος. 2. άνθρωπος ευσεβής, αγνός: Αυτός είναι άγιος άνθρωπος. 3. ως ουσ. προσηγορ. προσώπου που το αγιοποίησε η εκκλησία: Άγιος… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τάφος — Πόλη της αρχαίας Κεφαλληνίας. Oνομαζόταν και Ταφιούσσα. Αναφέρεται από τον Στέφανο τον Βυζάντιο. * * * (I) ο, ΝΜΑ λάκκος στη γη ή χώρος λαξευτός ή κτιστός όπου θάβεται ο νεκρός, μνήμα (α. «ο τάφος τους χορτάριασε» β. «ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾱσα γῆ… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Πέτρος — I (Ρώμης). Ο μεγαλύτερος χριστιανικός ναός, στη δεξιά όχθη του Τίβερη, δίπλα στο Βατικανό. Ο ναός βρίσκεται στην ίδια θέση με έναν ειδωλολατρικό ναό και ένα χριστιανικό νεκροταφείο, όπου κατά την παράδοση μαρτύρησε ο Απόστολος Πέτρος. Στα χρόνια… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Ευστράτιος — I Νησί (43,23 τ. χλμ.) του Βόρειου Αιγαίου στο Θρακικό πέλαγος, γνωστό και με το όνομα Άη Στράτης. Βρίσκεται 16 μίλια ΝΔ της Λήμνου, 37 ΒΔ της Σκύρου και 42 ΒΑ της Λέσβου. To σχήμα του είναι τριγωνικό και τα τρία ακρωτήριά του λέγονται Τρυπητή,… …   Dictionary of Greek

  • Πιατσέντσα — (Piacenza). Πόλη της βόρειας Ιταλίας στην Eμίλια–Ρομάνια, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, χτισμένη στη δεξιά όχθη του Πάδου. Από τα μέσα σχεδόν του 20ού αι. άρχισε να επεκτείνεται και έξω από τα τείχη, είτε προς την Αλεξάνδρεια, είτε ακόμα… …   Dictionary of Greek

  • Гроб Господень — Святой Гроб Господень. Храм Воскресения Христова в Иерусалиме. Вид от входа …   Википедия

  • Святой Гроб — Господень. Храм Воскресения Христова в Иерусалиме. Вид от входа Гроб Господень, Святой Гроб (греч. Αγιος Τάφος)  главная святыня христианского мира, гробница в скале; в этой гробнице, согласно Евангелию, Иисус Христос был погребён после распятия… …   Википедия

  • αγιοταφίτης — ο (θηλ. ισσα) [Άγιος Τάφος] 1. μοναχός ή προσκυνητής τού Αγίου Τάφου 2. μέλος τής Αγιοταφιτικής αδελφότητας …   Dictionary of Greek

  • αγιοταφίτικος — η, ο και ός, ή, ό [Άγιος Τάφος] αυτός που ανήκει στον Άγιο Τάφο ή προέρχεται από αυτόν …   Dictionary of Greek

  • αγιοταφικός — ή, ό [Άγιος Τάφος] ο αγιοταφίτικος* …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»